-
1 λαμπρός
A bright, radiant, of the sun and stars,λ. φάος ἠελίοιο Il.1.605
;ἀστήρ 4.77
; - ότατος, of Sirius, 22.30 (and of the same, ); λαμπρὰ σελήνη Hes.ll.cc., cf. Th.7.44;πρὶν ἡμέραν λ. γενέσθαι D.H.3.27
; of the eyes, S.OT 1483, E. Hec. 1045, etc., v. infr. 11.3; of metallic bodies, λ. φάλοι, κόρυθες, Il.13.132, 17.269: neut. as Adv.,θώρηκες λαμπρὸν γανόωντες 13.265
.2 of white cloths and the like , bright, λαμπρὸς δ' ἦν ἠέλιος ὥς [ὁ χιτών] Od.19.234;δέρμα.. -ότατον λευκότητι Hdt.4.64
; λ. ἐσθής, = Lat. toga candida, Plb.10.5.1.3 of water, clear, limpid, A.Eu. 695, Hp.Aër.5, X.HG5.3.19; of air,λ. ἠήρ Hp.
Aër.15; ([comp] Sup., lyr.).4 of sound or voice, clear, distinct, Pl.Phlb. 51d, D.19.199;λαμπρὰ κηρύσσειν E.Heracl. 864
;φωνὴ -οτέρα Arist. HA 545a12
; opp. φ. ἀσαφής, Id.Aud. 801b22;λαμπρὸν ἀνολολύξαι Plu. 2.768d
; cf.λάμπω 1.2
.5 metaph., of vigorous action, λ. ἄνεμος a keen wind, Hdt.2.96, cf.A.Ag. 1180; λ. ἤδη καὶ μέγας καθιείς swooping down like a fresh and mighty breeze, Ar.Eq. 430, cf. 760; λαμπρὸς φανήσεται he will come furiously forth, E.Heracl. 280; λ. μάχη a keenly contested battle, Plb.10.12.5; -ότερος κίνδυνος Id.1.45.9
. Adv. -ρῶς, ἐπικείμενοι vigorously, Th.7.71; utterly, λ. ἡττῆσθαι, λ. περιεστοιχίσθαι, Hld.4.4, 9.1.6 metaph. also, clear, manifest, ; ;ἴχνη X.Cyn. 5.5
;γεγενημένης τῆς νίκης λ. ἤδη Th.7.55
; λ. φυγή decisive, Arr.An. 2.11.3. Adv. -ρῶς, κοὐδὲν αἰνικτηρίως A.Pr. 833
;λελυμένων λ. τῶν σπονδῶν Th.2.7
;λ. νικᾶν Arr.An.2.10.4
; λαμπρῶς ἐλέγετο it was said without concealment, Th.8.67.II of persons, well-known, illustrious by deeds, station, etc.,λ. ἐν τῇσι Ἀθήνῃσι Hdt.6.125
;ἐν τοῖσι πολέμοισι ἐὼν -ότατος Id.7.154
; λ. ἐν [τοῖς κινδύνοις] D.19.269; -οτάτους γενομένους τῶν καθ' ἑαυτούς Th.1.138
;ἐξ ἀδόξων γενέσθαι λ. Isoc.5.89
;λ. ἐς γένος E.El.37
;ἐν λόγοις Id.Supp.[902]
; as honorary title, - ότατος, = Lat. clarissimus, IG14.911, 7.91, etc.; of cities, councils, etc., A 4 (iv A. D.), cf. 867.4 ([comp] Sup., Ephesus, ii A. D.); of actions, etc.,ἔργον οὐδὲν ἀπ' αὐτῶν λ. γίνεται Hdt.3.72
;τὸν βίον λ. ποιεῖσθαι S.OC 1144
;τὸ λ. φῶς ἀποσβεννὺς γένους Trag.Adesp.9
.2 magnificent, munificent,λ. ἐν ταῖς λειτουργίαις Isoc.3.56
, cf. D.21.153 ([comp] Sup.); ὁ λ. καὶ πλούσιος οὗτος ib. 174. Adv. -ρῶς, χορηγεῖν Antipho 2.2.12
, Arist.EN 1122b22.3 bright, joyous, λ. ὥσπερ ὄμματι, of the bearer of good news, S.OT 81, cf. X.HG4.5.10; λαμπρὸν ἐξέπεμψα with bright hopes, S.El. 1130;λ. ταῖς ἐλπίσιν Jul.Or.2.64b
; also ὄμματι δέρκομαι λαμπρόν, of one clear in conscience, Pi.N.7.66.III of outward appearance, splendid, brilliant, ; of a horse, IG22.956.87, X.Eq.11.1; in dress, Id.Cyn.2.4.5 ([comp] Sup.); of youthful bloom,ὥρᾳ ἡλικίας λ. Th.6.54
; of healthy look, Hp.Aër.24; of property, dress, etc.,εἴ τί γ' ἔστι λ. καὶ καλόν Ar.Pl. 144
, cf. E.Fr.316.5;κατασκευή X.Smp.1.4
([comp] Comp.); λ. κάλλος beaming beauty, Pl. Phdr. 250b, etc.: more generallyλ. τι ποιεῖν X.Cyr.5.4.15
; τὸ λ. splendour, Pi.N.8.34;λ. γενέσθαι βουλόμεσθα τοὺς γάμους Euang.1.3
. Adv. -ῶς, opp. λιτῶς, Phld.Mort.30: [comp] Sup. - ότατα X.Cyr.2.4.1; later - οτάτως JHS44.26 (Ancyra, ii A. D.).2 of language, brilliant,τῶν διθυράμβων τὰ λ. Ar.Av. 1388
; λ. λέξις ornamental diction, Arist. Po. 1460b4;λόγος Hermog.Id.1.9
.IV Astrol., of degrees in a zodiacal sign,ἑκάστου ζῳδίου λαμπρὰς μοίρας ἐξέθεντο Heph.Astr.1.1
, al.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > λαμπρός
-
2 ὑποφαίνω
A bring to light from under, θρῆνυν ὑπέφηνε τραπέζης he drew the stool from under the table, Od.17.409.2 show a little, just show,θύννοι.. τὰ λευκὰ ὑποφαίνοντες Arist.HA 537a21
;αἱ παρειαὶ ὑ. τὴν τῆς αἰδοῦς χροιάν Poll.2.87
: metaph., give indications of,μικρὰν ἐλπίδα D.19.123
;πραότητα Plb.27.12.3
, cf. v.l. in 23.5.5: c. part., ὑπέφαιν' ἐσομένη.. λαμπρὰ (Dobree for - ὸν)πάνυ Anaxandr.9.6
;ὑ. ὥσπερ ἐπιθησόμενος Ael.NA5.19
: c. acc. et inf., Sor.2.61.II [voice] Pass., to be seen under, ; cf. v.l. in Thphr.Char.4.4.2 just show oneself, be half seen, as the half-opened eyes (cf.ὑπόφασις 1
),ἤν τι -ηται τοῦ λευκοῦ Hp.Prog.2
, Aph.6.52; of teeth, Arist.HA 502a12;εἴ τι τῆς χώρας ἔρημον χιόνος ὑ. Arr.An.4.19.1
;ὑ. σελήνη Ael.NA4.10
;ἡ ὠλένη διὰ τῆς ἐσθῆτος Philostr.Im.2.8
;ὑ. σωτηρία Isoc.4.93
, 6.44;ὅπως πιστότερα ὑμῖν ὑποφαίνοιτο Lys.13.19
codd. ( ὅπως -οτέρα ἡ μήνυσις φαίνοιτο corr. Francken);ἀμφις βήτησις Arist.EN 1096b9
; ἡμέρα, ἔαρ (v. infr. 111), X.Cyr.4.5.14 (as v.l.), HG5.3.1.III intr. in [voice] Act., of the dawn of day, ὑπέφαινε ἡμέρα, ἕως, the day gradually breaks or just begins to break, Id.An.3.2.1, 4.3.9, cf. Cyr.4.5.14, etc.; ἤδη ὑπέφαινέν τι ἡμέρας (impers.) Pl.Prt. 312a: soἔαρ ὑπέφαινε X.HG3.4.16
;γίνωσκε τὸν καρπὸν καλῶς ὑποφαίνοντα PCair.Zen.329.13
(iii B. C.).2 metaph., τὰ νῦν ὑποφαίνοντα the difficulties now dawning upon us, Pl.Sph. 245e;τοσαύτας ὁρῶν ὑποφαινούσας ἐλπίδας Din.1.21
;ἐὰν ὑποφαίνῃ ἀπορία μέλιτος Arist.HA 625a23
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὑποφαίνω
См. также в других словарях:
λαμπρός — Άγιος της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Βλ. λ. Θεόδωρος. Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. * * * ή, ό, θηλ. και ά (AM λαμπρός, ά, όν, θηλ. και ή) 1. αυτός που λάμπει, λαμπερός, φωτεινός, ακτινοβόλος (α. «ο ήλιος είναι σήμερα λαμπρός» β. «ἦν … Dictionary of Greek
Ρωσία — H Pωσική Oμοσπονδία αποτελεί το μεγαλύτερο σε έκταση κράτος της γης. Tα σύνορά της ξεκινούν από την Eυρώπη, καλύπτουν όλη την Aσία και φτάνουν στην Άπω Aνατολή. Bόρεια και ανατολικά βρέχεται από τον Aρκτικό και τον Eιρηνικό Ωκεανό και στα δυτικά… … Dictionary of Greek
Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… … Dictionary of Greek
Ινδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδίας Έκταση: 3.287.590 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.029.991.145 (2001) Πρωτεύουσα: Νέο Δελχί (12.791.458 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει Α με το Μπαγκλαντές και τη Μυανμάρ (Βιρμανία), Β με την Κίνα και… … Dictionary of Greek